Βηθλεέμ

Βηθλεέμ
(αραβ. Bayt Lahm). Πόλη (24.000 κάτ. το 2002) στη δυτική όχθη του ποταμού Ιορδάνη, χτισμένη στις βόρειες πλαγιές των ορέων της Ιουδαίας, σε ύψος 685 μ., περίπου 8 χλμ. ΝΔ της Ιερουσαλήμ. Η πόλη βρίσκεται υπό αμφισβητούμενη κατοχή του ισραηλινού στρατού μετά το 1967 και αποτελεί αντικείμενο διεκδικήσεων μεταξύ του Ισραήλ, της Ιορδανίας και της Παλαιστίνης. Η Β. αποτελείται από δύο ξεχωριστούς οικοδομικούς πυρήνες που βρίσκονται πάνω σε δύο λόφους: στον δυτικό η αρχαιότερη συνοικία, στον άλλο η εκκλησία της Γέννησης και τα μοναστήρια. Στα περίχωρα της πόλης βρίσκεται μια μεγάλη στέρνα σκαμμένη στον βράχο, το λεγόμενο πηγάδι του Δαβίδ. Ιστορία. Βιβλικό κέντρο ποιμένων και γεωργών, η ιστορία της συνδέεται στην Παλαιά Διαθήκη με την ιστορία του Δαβίδ, ο οποίος σύμφωνα με την παράδοση γεννήθηκε εκεί. Η Β. αντιπροσωπεύει έναν από τους ιερούς τόπους του χριστιανισμού, επειδή, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των ευαγγελιστών Ματθαίου και Λουκά, εκεί γεννήθηκε ο Ιησούς Χριστός. Κείμενα του 2ου αι. αναφέρουν ως τόπο γέννησής του ένα σπήλαιο που βρίσκεται κοντά στην πόλη της B., εκεί όπου η αγία Ελένη και ο Μέγας Κωνσταντίνος έχτισαν την εκκλησία της Γέννησης του Χριστού, μεγαλοπρεπή βασιλική, από την οποία σώζονται μόνο τα θεμέλια· η σημερινή βασιλική είναι της εποχής του Ιουστινιανού. Η Β. έπεσε κατά τον Μεσαίωνα στα χέρια των Αράβων, αλλά την ελευθέρωσαν το 1099 οι Σταυροφόροι του Γοδεφρείδου ντε Μπουγιόν. Τo 1110 έγινε έδρα επισκοπής. Το 1187 την ανακατέλαβαν οι μουσουλμάνοι με αρχηγό τον Σαλαδίνο, αλλά σύμφωνα με τους όρους της ανακωχής της Γιάφας του 1229, οι μουσουλμάνοι επέτρεψαν στους χριστιανούς να επιστρέψουν σε αυτήν. Για αιώνες υπήρξε θέατρο αναταραχών. Αφού πέρασε για ένα διάστημα στην κυριαρχία των Τούρκων, κυριεύτηκε από τους Άγγλους (1918) και, μετά τη διανομή της Παλαιστίνης μεταξύ Αράβων και Εβραίων, αποτέλεσε από το 1949 τμήμα της Ιορδανίας. Τον Ιούνιο του 1967 την κατέλαβαν οι Ισραηλινοί μαζί με την υπόλοιπη δυτική Ιορδανία. Τον Μάιο του 2002 η πόλη βομβαρδίστηκε από τις ισραηλινές δυνάμεις. Η βασιλική της Γέννησης στη Βηθλεέμ, που χτίστηκε την εποχή του Ιουστινιανού στη θέση του μεγαλοπρεπούς ναού που είχε ιδρύσει το 330 η αγία Ελένη και είχε επεκτείνει ο Μέγας Κωνσταντίνος. Από τον αρχικό μεγαλοπρεπή ναό σώζονται μόνο τα θεμέλια (φωτ. Mairani). Παλαιστίνιοι τοποθετούν στους τοίχους της πόλης Βηθλεέμ αφίσες και καλούν τους πολίτες να ψηφίσουν στις εκλογές του 1996.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Βηθλεέμ — η πόλη της Παλαιστίνης, όπου γεννήθηκε ο Χριστός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Βηθλεέμ, μονή — Γυναικείο μοναστήρι στο Κορωπί της Αττικής, αφιερωμένο στο Γενέσιον του Κυρίου. Εξαρτάται από τη μητρόπολη Μεσογαίας και Λαυρεωτικής (έδρα Σπάτα). Ιδρύθηκε το 1970 …   Dictionary of Greek

  • Ευάριστος — (; – Βηθλεέμ 107; μ.Χ.). Πάπας της Ρώμης (98; 107;) και άγιος της Δυτ. Καθολικής Εκκλησίας. Διαδέχθηκε τον πάπα Κλήμη. Η μνήμη του τιμάται στις 26 Οκτωβρίου …   Dictionary of Greek

  • Ισραήλ — I Επίσημη ονομασία: Κράτος του Ισραήλ Έκταση: 20.770 τ. χλμ. Πληθυσμός: 6.029.529 (2002) Πρωτεύουσα: Ιερουσαλήμ (622.091 κάτ. το 1997) *Σημ.: Η Ιερουσαλήμ ανακηρύχθηκε μονομερώς από το Ισραήλ πρωτεύουσα το 1982, στη θέση του Τελ Αβίβ, χωρίς όμως… …   Dictionary of Greek

  • Ιορδανία — Επίσημη ονομασία: Χασεμιτικό Βασίλειο της Ιορδανίας Έκταση: 92.300 τ. χλμ. Πληθυσμός: 5.307.470 (2002) Πρωτεύουσα: Αμμάν (1.415.000 κάτ. το 1999)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας, στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Δ με το Ισραήλ και τη Δυτική Όχθη… …   Dictionary of Greek

  • βασιλική — Ονομασία δημόσιου ρωμαϊκού κτιρίου και ενός ορισμένου αρχιτεκτονικού τύπου της χριστιανικής εκκλησίας που κατά την επικρατέστερη άποψη προήλθε από ανάλογες ειδωλολατρικές κατασκευές. ρωμαϊκή β. Χαρακτηριστικό κτίριο των ρωμαϊκών πόλεων,… …   Dictionary of Greek

  • ιερώνυμος — I (Στριδώνα Δαλματίας 347 – Βηθλεέμ 420 μ.Χ.). Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης και Δυτ. Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, προστάτης των μεταφραστών. Ήταν σύγχρονος του Αυγουστίνου και του Αμβροσίου και φίλος του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού και του Γρηγορίου… …   Dictionary of Greek

  • σπήλαιο — Όνομα τριών οικισμών. 1. Πεδινός οικισμός (590 κάτ., υψόμ. 80 μ.) στην επαρχία Ορεστιάδας του νομού Έβρου. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (22 τ. χλμ., 590 κάτ.). 2. Ορεινός οικισμός (38 κάτ., υψόμ. 530 μ.), στην επαρχία Δωδώνης του νομού… …   Dictionary of Greek

  • Άγιοι Τόποι — Η περιοχή της Παλαιστίνης που συνδέεται με τον βίο του Ιησού Χριστού, από τη γέννηση έως την Ανάληψή του: τα Ιεροσόλυμα, η Βηθλεέμ, το Όρος των Ελαιών, η Βηθανία, η Ναζαρέτ, το όρος Θαβώρ, η Κανά, ο ποταμός Ιορδάνης, η Σαμάρεια κλπ. Όταν σήμερα… …   Dictionary of Greek

  • Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”